Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυριακίδης Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυριακίδης Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

25.7.14

Νίκος Κυριακίδης, Σ' ένα διάλειμμα






Ερωτεύεται κάποιος σ΄ ένα σφαγείο;
Ναι, γιατί όχι;

Μα όλα μυρίζουν και μετά και για πάντα, όλα είναι μηχανικά, όλα είναι σχεδόν τυφλά

Όπως ερωτεύεται ένας άρρωστος, κάποιος μέσα στη φυλακή, μέσα σε μια χωματερή… το ίδιο

Και το όνειρο, το παραμύθιασμα, οι λέξεις;

Διαφορετικά

Ερωτική ιστορία πάντως, όχι

Ποιός μίλησε για ιστορία ;

Τότε τι;

Έρωτας -αυτό δεν με ρώτησες- απόγνωση με παρέα

22.6.14

Νίκος Κυριακίδης, ΠΕΙΡΑΙΩΣ 181-ΡΟΥΦ


Την αγκάλιασε
Αυτή φυσικά έσπασε.
Τι να σου κάνουν οι τραυματιοφορείς;
Με ηλεκτρική σκούπα μαζεύτηκαν,
οι αυταπάτες με τις ηδονές της.
Τρία μικρά παιδιά κοιτούσαν το ασθενοφόρο.
Εγω έμπαινα στο κέντρο  θανάτου, όταν
το κουτί με τα κομμάτι της έβγαινε.
Ο πατέρας της η μάνα της
Μιλούσαν στο κουτί:
‘’Μη φοβάσαι Δημήτρη, τέλειωσε.
Θα βγεις απ΄το κουτί, θα σε προσέχεις λίγο περισσότερο πια.
Μην ανησυχείς’’
Εγώ πάλι κοίταζα τον τραυματιοφορέα
Το είχα ξαναδεί αυτό το παχουλό τερατάκι.
Από πού όμως ;
Αυτά τα παιδιά φορές-φορές, βρίσκονται
Παντού.
Τα ανθρώπινα απόβλητα, τα κομμάτια χωρίς συνέχεια
Οι φλύαροι συγγενείς που δεν λένε τίποτε,
στις συνεχείς τους ερωτήσεις
Τα καλαμπούρια όσων εύχονται να μην τους ξανακολλήσουν τα μέλη
Ποτέ.
Να μην ξαναδούν αυτό το άθλιο μελό

16.3.14

Νίκος Κυριακίδης, Έαρ

ΕΑΡ

«Μύρο άγγιξα», είπε, «απόμεινα ολότελα μόνος».
Ήρθε μια μέλισσα να του κάνει παρέα
Τον τρόμαξε
Την έδιωξε, μετά από τσακωμό.
Τα σπίτια σφράγιζαν την ευτυχία απ’ τη βροχή
Αυτός δεν είχε πόρτα
Τα παράθυρα είχαν κάγκελα, όχι τζάμια.
Ο δρόμος δεν γλιστρούσε, το νερό ήταν πια παχύ
Όμορφο να είσαι έξω
Ηθικό να μη φυλακίζεις την ευτυχία,
Σε σπίτια.
«Μπορώ έως και να δακρύσω για εσάς,
Ενδιαφέρεται κανείς;»
Η σιωπή της αυτάρκειας...
Χαιρετούν μολαταύτα όλοι,
–Ως είπε ο ποιητής Σαχτούρης–
Στρατιωτικά και όλοι –ακίνητοι– οι εχθροί της
Την ομορφιά της φθοράς
Που χλωμή μοσχοβολάει.

12.2.14

Νίκος Κυριακίδης, Για έναν ακόμη κόκκινο αριθμό

Για έναν ακόμη κόκκινο αριθμό

Είσαι ένας σταυρός αβάσταχτος να κουβαληθεί.
Μέσα απ΄ τα μάτια ,τα χείλη σου
βγαίνουν καρφιά.
Προγραμματίζεις, το ξέρω.
Για να διαχειριστείς το πριν
Για να μη σε τρομάξει το μετά
Για σήμερα - επί παραδείγματι - γίνεσαι ακροβάτης :
Γεννάς φωτιές
Αλλάζεις μάσκες
Εν κενώ κινείσαι.
Ψιλοδακρίζεις, τσαντισμένη μετά για την ήττα :
"Μα δάκρυ;"
Ξαφνικά, πέρασαν πλάι μου κάτι αγριόγατες:
-Μόνον 28 προς το παρόν-
Και φύγαν, αιλουροειδή καθώς είναι.
"Αφού δεν αξιώθηκα πνιγμό,
βάψε με τουλάχιστον μέσα στο αίμα σου,
που κρατάει για χάρη του,
όλα τα τραύματα"

24.12.13

Νίκος Κυριακίδης, Απουσία

ΑΠΟΥΣΙΑ

Κανείς δεν περίμενε τίποτε
Στ’ αλήθεια ήταν όλοι αιφνιδιασμένοι
Τόσο κενό σε τόσες λέξεις
Τόση αγάπη σε τέτοια απάθεια.
Όλα προχωρούν
Φτάνουμε σ΄ένα ψήλωμα
Δεν έχει πιο κάτω...
Στη δημοσιά η πιο σκληρή άγνοια
Νεκρά σώματα σκαντζόχοιρων, σαν αλεπουδάκια
Τους χρειάζεται μισή μέρα να περάσουν τον δρόμο
Φαίνεται,
Στο τέλος βαριούνται.

3.11.13

Νίκος Κυριακίδης, Ξανά


Κάνε μια μικρή βόλτα

Μετά θα ξανάρθεις πιο φοβισμένος

Οι μητέρες μας τελείωσαν

Τα σκαλιά δεν κυλάνε κυματιστά καρότσια

Τα μαλλιά έχουν την υφή της εφημερίδας.

Πήγαινε μέχρι το φαρμακείο

Πες συγχρόνως για καρδιά, καρκίνο και hiv, τι παίρνουν

Μίλα τους επιθετικά

Στην αρχή θα το πάρουν για στυλ

Μετά θα σε αποζητούν

Ονειρέψου μια πόλη νεκρή

Και το πείσμα των φτωχών να την κάνει θρύλο

Ονειρέψου μια εικόνα θολή

Και τα χρώματα των ουλών να την κάνουν πετράδι.

Πέρασαν οι μέρες

Θα έρθουν άλλες

Ζητάς μια μικρή ανάσα

Σου δίνουν μια μεγάλη επανάληψη

Ονειρεύεσαι έναν ολόκληρο έρωτα

Σου δίνουν, μια φιλία

Μια ηρεμία

Μια ανατριχίλα

Κάποιους σπασμούς

Ένα κατασπάραγμα

Ένα γλυκό ύπνο στον ώμο, αγκαλιά

Όχι , δεν συνδυάζονται.

Κάνε μια μικρή βόλτα

Γράψε ένα τραγούδι με τρυφεράδα

Δώστο σ΄έναν αξύριστο τραβεστί να το πει.

Πολλοί θα τα καταλάβουν αυτά

Όχι στο δικό σου θάνατο,

στο δικό τους.

23.8.13

Νίκος Κυριακίδης, Ολυμπιακοί Φρουτοχυμοί

για  όλους τους χυμούς μας, πιο πολύ της Μανωλάδας...
Ν.Κ.

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΦΡΟΥΤΟΧΥΜΟΙ

Και μετά εκείνος μπήκε μέσα της
Φουντωμένος, άπλυτος
Λυσσασμένα –πως τα λένε-στα άρλεκιν.
Δεκάδες φράουλες του μάτωσαν τα πόδια.
‘’Μην ανησυχείς, καλέ μου...
αλλάζει το χρώμα, το φρούτο,η στάση
κυρίως η γλυκάδα στην περιγραφή της’’
Σαλεμένος από την απραξία ο ‘’φως’’
έκοβε κεφάλια αγαλμάτων και στερέωνε με τσιμέντο ζωντανούς.
Τον είδε η κάμερα
Τον σκούπισαν από τη φρουτένια γεύση
Βγάλαν απ΄ τα δόντια τα μπιμπίκια του καρπού.
Δεν είναι οργή,
αυτές είναι κουβέντες μεσήλικων με κακή όραση.
Είναι το ίδιο να είσαι κοντά στο μικρό που δεν έχει για καφέ
ή κοντά στην Ολυμπία, χωρίς αφή.
Μίλησε μια άφραγκη γυναίκα, πασπατεύοντας το πορτοφολάκι
Την λέγαν ‘’γιαγιά’’, μα ήταν κοριτσάκι:
‘’Ψέμματα λέγατε, το αίμα δεν φέρνει αίμα.
Απατεώνες!’’

25.6.13

Νίκος Κυριακίδης, Δέντρο

ΔΕΝΤΡΟ
Κάθομαι σ’ ένα κλαδί με νεκρά πουλιά
Το χώμα είναι σκοτεινό απ’τον ήλιο
Τη νύχτα γίνεται δροσερό και φέγγει
Τα πουλιά δε φεύγουν.

17.6.13

Νίκος Κυριακίδης, ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΠΟΛΗ

αφιερωμένο εξαιρετικά, στις μέρες και τις στιγμές που ζούμε...


Κράτησα τα χέρια μου-
πολύ αίμα, βλέπεις.
Κι όλα αυτά
στις πολιτείες μας
που δεν γνώρισαν δράκους.
«Πότε κάποιος φιλάει κάτι;»
μάταια ρωτούσε το αγόρι
τρέχοντας κυνηγημένο.
Μια γειτόνισσα καιγόταν όλο το βράδυ
και πάλι την εσβήναν και ξανάρπαζε
στο τέλος ήρθε η γριά μάνα της
μπήκε σιωπηλή στα σκοτεινά
μετά, βρήκαν το θανατικό στραγγαλισμένο.
Συνηθίζουν οι μανάδες
το στραγγάλισμα πού και πού...
Εν σοφία θα πλάστηκαν, αυτοί οι μακελάρηδες.
Κράτησα τα χέρια μου-
ένοχα δεκάδων φόνων.
Πέρασα από την πόλη, στη «κεντρομόλο της ζώνη».
Είδα αυλές με κουλουράκια στα ταψιά
σαν στρατιωτάκια μολυβένια στα κουτιά τους
ή σαν στρατιώτες πετσοκομμένους στα μνήματά τους.
Χαριεντίστηκα λιγάκι, με τις φιλενάδες μου τις αδικίες
-πανταχού παρούσες.

"ΔΡΟΜΟΙ ΜΕ ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΓΟΝΑΤΑ"
Εκδόσεις Ars Poetica

11.5.13

Νίκος Κυριακίδης, Ξύλινα σκαλισμένα λόγια

ΞΥΛΙΝΑ ΣΚΑΛΙΣΜΕΝΑ ΛΟΓΙΑ

Μου φάνηκε σα νύχτα
Μάλλον ήταν αργά απόγευμα
Είναι που νυχτώνει πάντα νωρίς.
Πλαστικά ποτήρια, με καπάκια, με καλαμάκια
Οι ερεθισμοί να κρώζουν ( ακολουθεί άρλεκιν)
…με την ανατριχίλα στην πλάτη,
την υπόκωφη απουσία στο βλέμμα,
μια αίσθηση σχάσης που τελικά έσκασε …(τέλος).
‘’Μικρά παιδιά, σου λέει ο άλλος’’
Μπαλαμουτιάζονται λυσσασμένα με χέρια και γλώσσες.
Η πρώτη πολυκατοικία κλειστή
Η τέταρτη, ανοιχτή
Κάτω στο κλιμακοστάσιο
Οι καφέδες στα σκαλιά.

Έπειτα ήρθε κάποιος με κάτασπρα ρούχα.
Έπαιζε μουσική στο σύμπαν
Αυτή με το ‘’εκκλησιαστικό όργανο’’,
ειδικά για τη στιγμή.
Πίσω του, ορδές οδοκαθαριστών
Φώτιζε εκτυφλωτικά
Σαν ήλιος
Σα χαστούκι
Σα σάβανο.
Τους έλιωσε κι αυτούς στις σκάλες.
Δεν μπήκε καν στην πολυκατοικία,
απ΄έξω τόκανε
Έγειρε λίγο το κεφάλι προς τα κάτω
σημαδεύοντας τα υπόγεια.

‘’Δεν είμαι καλά
Στιγμές-στιγμές σκέφτομαι
Πως το κεφάλι μου κρατιέται από μια πέτσα.
Πεινάω και χρωστάω
Ερεθίζομαι και δεν φαίνεται
Τσαντίζομαι χαμογελώντας
Μπερδεύω τα φάρμακα
-Των οκτώ, μετά πάλι κατά τις δώδεκα,
πάντως πριν κοιμηθώ-
Αλλάζω κόμματα και γούστα
Κάνω τον κοινωνικό κατάμονος
Διαβάζω πολύ, μέχρι τη σελίδα είκοσι,
το πολύ.
Δεν είναι βέβαια γιατρέ, ασυνήθιστα αυτά τα πράγματα’’

Δεν έμεινε κανένα σκουπίδι στο δρόμο
Οι νεκροί εξωτερικού χώρου, εξαυλώθηκαν.
Οι εσωτερικοί νεκροί το ίδιο,
εξόν τα ρούχα τους που μείναν.
Στα παντελόνια αυτά, ολόκληρα και μισά εισιτήρια,
κινητά, κέρματα, άλλες αηδίες …

‘’Πείνα γιατρέ,
στο στομάχι
τα μάτια
τα χέρια
τα σκέλια.
Κι αντανακλάσεις γιατρέ,
στα πλακάκια
τις μπλούζες
την άσφαλτο
τα μάτια
τα λεωφορεία.
Όνειρα;
Ό,τι σας λέω συνέχεια
Ό,τι σας είπα την τελευταία φορά :
Είμαι λέει σε κάτι σαν εκδρομή, μετοίκηση...
Αλλού.
Σε μέρη που γίνεται χάδι το αίμα
Και περιμένω στον άδειο δρόμο’’

(ανέκδοτο ακόμη)
 

16.4.13

Νίκος Κυριακίδης, "My old flame"

καλοτάξιδο το βιβλίο σας!
jiagogina

από τη συλλογή
“Δρόμοι με τα ματωμένα γόνατα” , το οποίο θα κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από την Ars Poetica.



«MY OLD FLAME»
Ήταν γυάλινο.
φουσκωμένο απ’ το φτύμα
πλημμυρισμένο στο αίμα
«Εδώ μέσα δεν μπαίνεις, σε βάζουνε».
Οι γυναίκες είναι τόσο πολύ αθώες
στη μοιχεία τους κυρίως,
εκεί που ξεδιάντροπα
γίνονται μωρά.
«Φτύσε μου στο πρόσωπο τη φωνή σου
ξέρασέ μου στο χαλί τα μάτια σου,
δώσε μου πάλι δανεικά…»
Το μόνο αληθινό σαν τον θάνατο
είναι οι άδειες κουβέντες,
των άδειων ρολογιών
«…κολύμπησέ με πριν κάθε άλλον.
Οι φλέβες σου είναι τα πιστοποιητικά μου.
Θα ποντάρω στο λάθος άλογο
το αντίτιμο της σκλαβιάς μου.
Θα τρελαθώ στην άκρη της σκάλας
που ανεβοκατεβαίνω».

16.3.13

Νίκος Κυριακίδης, 3 κίτρινα

Πικρό πουλί
(πρώτο κίτρινο)

Ένα κίτρινο πουλί, κατέβηκε πολύ χαμηλά.
‘’Θα βρέξει’’
Με κοίταξε στα μάτια
Καταλάβαινα τη γλώσσα του:
‘’Είσαστε όλοι μαστρωποί’’
Έμενε σχεδόν ακούνητο,
απέναντι έλεγε ‘’ταχυφαγείο’’.
Στιγμές-στιγμές σαν να παίζαμε το παιχνίδι της επιβολής.
Ποιός θα στρέψει πρώτος το βλέμμα αλλού.
Εγω θα χάσω.
Γιατί πουλί δεν είμαι,
γιατί έπαιξα με τον χρόνο,
δεν είμαι ευαίσθητος στα ιόντα,
γιατί έχω φάει απέναντι.
Αυτό έχει φάει,
μόνον με ρυθμό.

Helpless
(δεύτερο κίτρινο)

Πήραν τα μάτια μου φως
Κανείς δεν θάρθει
Δεν έχω βαρίδια στις τσέπες
στα πόδια, έχω.
Περιμένω
Κίτρινα λουλούδια
Με τον θεό τους για γύρη
Και μια συγκατάβαση το πολύ,
για κάποια μικρά,
για λίγο χρόνο.

Ένα μήνυμα σε άγνωστον αποδέκτη
(τρίτο κίτρινο)

Έχω στο μυαλό ένα ξεκούρδιστο καναρίνι
Δεν μπορεί ούτε να φοβάται, πια.
Μόνον σιωπά κρυώνοντας
Μόνον κρυώνει μ΄αξιοπρέπεια.

8.3.13

Νίκος Κυριακίδης, Λέμε τώρα

ΛΕΜΕ ΤΩΡΑ
Λέω τώρα,
Θα γράφονται blues, όσο θα υπάρχει πόνος.
Θα γράφεται rap, όσο οι μικρούληδες θα τσαντίζονται πιστεύοντας, πως οι παλιοί μόνον κλαψούριζαν.
Θα γράφεται ένα ποίημα, σαν μια έκκληση επικοινωνίας, όσο αυτή θα είναι ζητούμενο.
Θα κηδεύουμε τους νεκρούς μας, όσο οι ζωντανοί δίπλα, δεν θάχουν ενδιαφέρον.
Θα λέγονται ‘’χαρούμενοι’’ οι ομοφυλόφιλοι, όσο θα βιώνουν σπαραχτικά την ‘’βελούδινη’’ καταστολή τους.
Θα περιφέρονται γλυώδεις ‘’αντισυστημικοί’’, όσο το σύστημα θα είναι ακόμη δυνατό και πριν αρχίσουν οι σεισμοί.
Θα πρεζόνονται παιδιά, όσο οι καταργημένες ευθείες, θα μουτζουρώνουν τις εκρήξεις της νεότητας.
Θα αγαπιόμαστε γλυκερά και άδεια, πριν απενοχοποιηθεί η ανθρωποφαγία.

Και ..
Θα γιορτάζεται μάλλον η μέρα του πατέρα, όσο οι άντρες θα φοβούνται να κάνουν παιδιά.
Θα γιορτάζεται η μέρα του παιδιού, όσο εκατομμύρια θα δολοφονούνται, πριν παίξουν το παιχνίδι της ζωής.
Θα γιορτάζεται η μέρα της μάνας, όσο θα ( και για να) αντέχει ο μεσαίωνας της ‘’μητρότητας’’.

Όπως έλεγες ρε Κατερινούλα...’’να δεις θ΄αλλάξουνε τα πράγματα’’, με μας ή χωρίς:
Δεν θα υπάρχει πια μέρα της γυναίκας, αντίθετα κάθε τέτοια μέρα θα σκάμε στο γέλιο με την ανάμνησή της,
( ίσως γίνεται μια γενική απεργία γυναικών, σαν οργισμένη μνήμη για την υποτίμηση δεκαετιών).

1.3.13

Νίκος, Κυριακίδης, ΜΗ ΓΥΡΙΣΕΙΣ ΠΙΣΩ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ


Από εσας, θα ήθελα
Την ωμότητα.
Περνώ συνέχεια από το γκρεμισμένο σπίτι
κι ακόμη πανικοβάλλομαι.
Εαν είχατε και λίγο διονυσιακή συστολή,
ίδιο των γυναικών που είναι μελλοντικές μητέρες
Θα το φιλούσα το δάκρυ του πρωινού
Του πολυ μικρού
Του παγωμένου
Κατ΄αρχήν, η ωμότητα....

24.1.13

Νίκος Κυριακίδης, Με την άδειά της, θα το προτιμούσα...



  "Θέλετε να χορέψομε Μαρία ;"

Δεν σταματάμε να ψάχνουμε απαντήσεις, λύσεις ανύπαρχτων μυστηρίων, εκεί που η συγκίνηση μας παίρνει μαζί της - μέσα της;
Δεν παύουμε να εκχωρούμε στους συμπαθείς φιλόλογους, "ερμηνείες, κριτικές, κατατάξεις, αισθητικές πολυλογίες", εκεί που το αίμα τρέχει, εκεί τουλάχιστον.
Αυτά είναι μικροβιολογία, καννιβαλίστικη ανατομία ζωντανού. Αυτά είναι η προσήλωση στον "μη όλον", η μεταφυσική των παπάδων, που δεν είναι μόνοι πια.
"Θέλετε να χορέψομε Μαρία"; Νουβέλα, μυθιστόρημα, ποίημα;
Άστους Μέλπω, εδώ ανατομούν ακόμη την "Εποχή στην Κόλαση"... εγώ πάντως, θα το πω ποίημα.
Ποιoς ο Γιάννης;
Ένας άρρωστος και φτωχός πολύ από τα μικράτα του, με αναπηρίες, ένα θείο φάντασμα στο υπόγειο, αυτός που συνουσιάζεται με αυτές που το έχουν ανάγκη, που χαϊδεύει με τα λόγια παραμορφωμένα παιδιά, που ακούει στοργικά κατεστραμμένους άντρες (Χωρίς να είναι γιατρός!)...που είναι ο γρίφος;
Ποια η Άννα ;
Μια που της στέρησαν το φύλο, τη ζωή, τον έρωτα, τα παπούτσια. Μια από τα μιλιούνια. Τελικά όμως της στέρησαν όλα... όχι τον Γιάννη.
Η κυρία Θαλή ;
Θύμησες, απάθεια από κούραση, ζωή χτες - στο χτες, ( η μάνα σκέτη) μέχρι να πρωτακούσει τον Γιάννη με τις τρελές του διασκεδαστικές διηγήσεις, τα παραμύθια της.
Η Μάρθα;
Παίρνεται με πολλούς, αλητεύει, πονεμένα απαιτεί, σιχαίνεται τη μιζέρια. Μα "ονειρεύεται";
Ένα θηλυκό που αντιστέκεται απελπισμένα. Πάντως βρήκε τον Γιάννη κάπως, όχι βέβαια ανάμεσα απ΄ τους εραστές της.
Μαρία θαρρώ λένε το όνειρο του Γιάννη, μη σου πω πως αυτός είναι η Μαρία του, το λέει η Μέλπω : "ομαδικός άνθρωπος"’ κατ΄ άλλους "γενικός άνθρωπος" ...ο "εμείς".
Μη φλυαρώ άλλο.
Με συγχωρείτε κιόλας, αυτή ήταν η δική μου Μέλπω, η δική μου "Μαρία".
Ελπίζω να βρείτε τη δική σας, χωρίς αισθητικούς όρους, λογοτεχνικά ρεύματα  και "εξετάσεις" σε φοιτητές.

31.12.12

Νικος Κυριακίδης, Δύσκολα πρωινά

Δύσκολα πρωινά

Το μπακάλικο είχε πάντα ρυθμό.
Ανάμιξη ετερόκλητων
μα πάντα πολύχρωμων πραγμάτων:
Εφημερίδες και γκοφρέτες
οδοντόπαστες κι αλλαντικά
κονσέρβες και κάτι λίγα φρούτα.
Έμοιαζε του έρωτα-
του ένοχου έρωτα που είναι έγχρωμος,
που αντιφάσκει συνέχεια,
που πωλείται πάντα.
Κάπου κάπου στις εκπτώσεις,
πότε-πότε σε προσφορές.
Ο ρυθμός που λείπει από το πρόσωπό μου
υπάρχει σ΄αυτό το μπακάλικο.
Οι ποικίλες μυρωδιές του
με του τυριού, να κυριαρχεί,
δεν υπάρχουν στην καθημερινότητά μου.
Μπαίνω
Βγαίνω
Κοιτάζω
πολύ συχνά, καθημερινά σχεδόν.
Φοβάμαι πως κάποιος θα το εκλάβει για εμμονή.
Κι όμως είναι μια αμήχανη, αθώα βόλτα
Μια βύθιση στο «ένα» των πολλών.
Πιθανότατα ασυνείδητη.
Τα καταστήματα φαρδαίνουν
οι άγνωστοι δεν αναμειγνύονται πια
τα κορίτσια ξανά συστέλλονται
τα αγόρια κοιτούν σκοτεινά.
Το μπακάλικο που ήταν και θα παραμείνει μπακάλικο
θα με κοιτάζει στον κάτω δρόμο, κάθε πρωί
κι ας έχει κρυφτεί προσωρινά
απ΄τα δεκαπέντε μου χρόνια.
 

24.12.12

Νίκος Κυριακίδης, Χωρίς Θεό





ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ


Ένα χαμόγελο  ντροπαλό χάσκει
και δεν εμφανίζεται.
Δίπλα ξύνουνε μάρμαρα,
κάποιο άγαλμα θα γεννιέται.
"Αγαπήσαμε εμείς.
Άσχετους, σχετικούς,
κυρίως ερήμην’".
Έμεναν τα χέρια που σφίγγουν :
Τον εαυτό τους, κάποια αδέρφια τους
και σώθηκε η "επαφή"  στα λεξικά.
Σκέφτομαι πως συνήθως γράφουμε βλακείες.
Παίζουμε με τις λέξεις,
πλάθουμε εικόνες ενώ προϋπάρχουν.
Φοβόμαστε τα πράγματα
ελπίζοντας στον απόντα εαυτό μας.
Κι αν το άγαλμα είναι κάποιου θαρραλέου;
Κι αν το χαμόγελο φωτίσει τη μασκαράτα ;
Θα έρθει μια λούτρινη γυναίκα
 –υποθέτω τότε-
θα κάτσει αναπαυτικά στον καναπέ μας
κι όλα θα τα κοιτάζει.
Έτσι που να μην αισθανόμαστε
τίποτε, απ΄το τίποτε
στο τίποτε.

4.12.12

Νίκος Κυριακίδης, 4 Δεκέμβρη


Στο επόμενο λεπτό κρατούσε
δυο νεκροκεφαλές
μιαν αποξηραμένη καρδιά
και δεν υπήρχε κανένα πεπρωμένο.
Φορούσε ένα σώμα του καπνού
μακριά στενά παντελόνια
τα κούμπωνε ο άνεμος.
Φορούσε μικρά τρύπια καλτσάκια
τα τρώγαν τα σκληρά παπούτσια
-τα καρφιά τους,ιδίως-
''Θα λύσουμε την παρεξήγηση''
Χειμωνιάτικος ήλιος να πεθαίνεις κοκκινισμένος
αρραβώνες να πεθαίνεις λησμονημένος.
Όμως δεν μιλάμε για νεκρούς
-αυτοί κόβουν βόλτες ανάμεσα σε παλιά κόκκαλα και φλυαρίες-
Δεν χρωματίζουμε το σπίτι
άβαφο αστόλιστο μένει εξόν
καμιά κορδέλα κόκκινη στη πόρτα, σα κλείσιμο ματιού.
Δεν προγραμματίζουμε να κοροιδέψουμε την πείνα
την πείνα τη σέβεσαι:
τα άγια των αγίων.
Ο πόνος σαν σκιά είμαστε εμείς.
Το σώμα μας, μια γλώσσα τσαχπίνικα βγαλμένη όξω
ν΄απαντάει στις Γραφές.
Η ψευδαίσθηση...
ένας έρωτας που δεν υπήρξε παρα για μισή ώρα στο ρολόγι.
''Παναγιώτα σε 64 χρόνια
θα σκοπεύσουν τον μικρό που τη γλύτωσε,
γράφτο κάπου.
Να μη βρεθεί στο κέντρο τέτοιες μέρες
νάναι κάπου αλλού''

29.11.12

Νίκος Κυριακίδης, Μια χωματερή

ΜΙΑ ΧΩΜΑΤΕΡΗ

Εδώ έχει καλώδια, σύρματα, λάστιχα
Γελούν κάποια μικρά παιδιά με τα ρούχα μου
Χαίρονται.
Δεν ήταν άρρωστη, ήταν ερωτευμένη
Στο μετρό ο έρωτας είναι έγχρωμος.
Επίγειο ορυχείο!
Και γλάροι από πάνου μου
Αρούρηδες πάνω στο σώμα μου.
Τις Κυριακές γίνεται χλωμή
Κάθε τέλος, την πονάει.
Φορτωμένος στάχτες και ζωγραφιστό ρημαδιό
Μυρίζω έντονα
Σαν όλα τα έμπειρα σώματα.
Εδω έχει κι απομεινάρια νοσοκομείων
Μπουκαλάκια αιμάτων χαλασμένων ή ξεχασμένων.
Πάλι γελούν τα μικρά παιδιά
Χαίρονται.
Είμαι ενα νησί εγώ
Επισκέπτες μου τα χρησιμοποιημένα
Κουβαλάω τόσους τόννους ζωής.
Δεν πετάς, πλέεις στον άνεμο
Γιατί το κάθε δάκρυ θέλει την αλμύρα του
Κάθε σπιθαμή γης, το αποπάνω της.
Οι αδελφοί μου οι ελάχιστοι
Γεμάτοι χθες.
Χαζεύοντας το σήμερα
Πιτσιρίκια γελαστά, πεινασμένα, άπλυτα.
Μας ανταριάζει όλους ένα καφετί σύννεφο
Μας χαράζει το πονεμένο σώμα, η χοντρή ρόδα-ερπύστρια.
Όλοι οι αδελφοί μου οι αγιασμένοι
Σε ζητούν σε χορό.


( Νοέμβρης του 2012)

15.11.12

Νίκος Κυριακίδης, «Ζητούνται νεκροί, ο ευρών αμοιφθήσεται»

Πήρατε τα σημερινά σας αντικαταθλιπτικά;
Αγαπήσατε εθιμοτυπικά και σήμερα τα ταίρια σας ;
Μήπως και θυμηθήκατε την πρώτη σας ανατριχίλα από φόβο ;
Σκουπίσατε καλά τα αίματα κάτω απ΄το κρεβάτι  ;
Τρώτε ακόμη τα χέρια σας σε άτοκες δόσεις ;
Παίρνετε κάτι απ΄τη σύνταξη της μάνας σας  ;
Αποφεύγετε τους καθρέπτες ;
Τσαλακώσατε πρόσφατα τη μύτη σας να μυρίσετε τη μυρωδιά της;
Πλυθήκατε μετά μια-δυο- άντε τρείς μέρες, ετσι δεν είναι ;
Πέρασαν οι νεκροί σας στο όνειρο χωρίς να μιλήσουν, μόνο χαμογελώντας  ;
Μάθατε τεχνικές να κάνετε γλυκά, κρεατικά, σεξ όπως ποτέ άλλοτε ;
Κλαίτε συχνά, αλλά μονάχα τον εαυτό σας, έτσι δεν είναι ;
Σας ηρεμούν οι λαμπες το βράδυ,ναι ;
Ζητούνται ζωντανοί, θα προτιμηθούν νέοι κατά προτίμηση καυγατζήδες.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...