Ἐπιτύμβιο
Τὸ ἄστρο πετοῦσε πολὺ χαμηλὰ
Τυφλὸ παραδέρνοντας σιμὰ στὴ ρίζα ἑνὸς δέντρου
Τῆς κόρης τὸ μάτι ἀπομακρυνόταν σταθερὰ κατὰ τὸν οὐρανὸ
Ἴδια σταγόνα σταθμεύοντας στὴ σιωπὴ μιᾶς λίμνης
Ἡ φτέρη τὰ σκέπασε καὶ τὰ δύο
Τὸ πέπλο και τὸ χαμόγελο, 1958-1962
Νυχτερινὸ
Στὸ δάπεδο
Ἕνα σβησμένο κερὶ
Τοῦ φεγγαριοῦ τὰ μέταλλα
Πάνω στὶς στέγες
Νύχτα ἐνδόμυχη
Σὰν κάμαρα κλειστὴ
Δύο σκονεισμένα γάντια κιτρινίζουν
Πίσω ἀπ' τὰ τζάμια τ' οὐρανοῦ
Ὁ θάνατος εἶναι καθρέφτης
Ποιὸς εἶπε πῶς δὲ μιλοῦν οἱ νεκροὶ
Μέσα στὴ σιωπὴ φυτρώνουν
Τὰ λόγια τους σὰν τὸ χορτάρι
Μὲ κλειστὲς πόρτες
Μὲ κλειστὰ παράθυρα
Ἔρχεται ἡ βροχὴ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου