Ναι, ναι, η Ισπανία εστέφθη πρωταθλήτρια!
Θα σκύψω με συγκατάβαση στις γεμάτες με ξηρούς καρπούς χούφτες που με μια γρήγορη κι επιδέξια κίνηση ωθούνται στο χάσκον στόμα, την ώρα που σχολιάζει μπουκωμένο μια απόφαση του διαιτητή, ή μια αποτυχημένη ενέργεια παίκτου, με κοινό παρονομαστή την επίκληση στο εσώτατο χαρακτηριστικό του νέου Έλληνα: "Μαλάκα!". Θα σκύψω επίσης με συγκατάβαση και στα κουτάκια της μπύρας πάνω στο τραπέζι, στην αντροπαρέα που κρίνει με περγαμηνές προπονητή τα ματς, στα τηλεοπτικά παράθυρα με τις πολύωρες αναλύσεις, ποιος, γιατί, πώς κλπ, στις κόκα κόλες, τους ντελιβεράδες, στις καφετέριες τη βραδιά του τελικού, στα αχ! του παρά τρίχα, στον οργασμό του γκολ. Και, μολονότι αυτό είναι πράγματι ένα καινούργιο επιχείρημα, θα σκύψω με συγκατάβαση και σε τούτο: ότι εμείς οι Έλληνες υποστηρίζουμε, λέει, την Ισπανία, γιατί είναι κι αυτή σαν και μας χρεωμένη και φτωχή. Κοινωνική αλληλεγγύη μέσω ποδοσφαίρου.
Αυτά όλα είναι γνωστά πραγματάκια του ποδοσφαιρόφιλου εθνικού, και όχι μόνο, βίου. Δεν κομίζω γλαύκας εις Αθήνας περιγράφοντας τα φίλαθλα ποδοσφαιρικά ήθη, ούτε τη ζέση που καταλαμβάνει τους πάντες όταν πρόκειται για αγώνες παγκοσμίου κυπέλλου.
Εδώ όμως, φέτος, εισήχθη στο λεξιλόγιό μας μια καινούργια λέξη: η βουβουζέλα. Μου πήρε αρκετή ώρα να καταλάβω τι σημαίνει αυτή η λέξη και το εννόησα πλήρως μόνον όταν μου επεδείχθη από έναν αμετανόητο αγαπημένο σαρκαστή η ανωτέρω εικονιζόμενη παρτιτούρα. Όθεν, με τους δικούς μου μουσικούς και ελάχιστα ποδοσφαιρικούς όρους, κατάλαβα καλά ότι βουβουζέλα ονομάζεται η καραμούζα εκείνη την οποία οι φίλαθλοι φυσάν από την αρχή μέχρι το τέλος του αγώνα και κάνει συνέχεια βου βου (αλλά όταν λέμε συνέχεια, εννοούμε συνέχεια!). Μετά αυτός ο σαρκαστής άνοιξε την τηλεόραση που έδειχνε κάποιο ματς και την άκουσα κιόλας τη βουβουζέλα αυτή. Μάλιστα εκείνη τη μέρα, επειδή είχαν απεργία οι δημοσιογράφοι και δεν υπήρχε σχολιασμός των εκφωνητών, ακουγόταν πολύ καθαρά, χωρίς παρεμβολές λόγου: ένα συνεχές εκνευριστικότατο διακρότημα.
Ο σαρκαστής μου κάγχασε με γέλιο δηλητήριο. "Η αρχαιολογία του μέλλοντος", είπε, "θα επιδεικνύει στους φοιτητές της Ιστορίας αυτό το βίντεο ως υπόδειγμα από την Εποχή της Βαρβαρότητας. Και θα κρατάνε τις κοιλιές τους απ' τα γέλια.".
Μα γιατί; Σκέφτηκα προς στιγμήν. Όλη η συλλογική ανθρώπινη ζωή καθρεφτίζει, συνειδητά και ασυνείδητα το πρόσωπό της στην σε κοινωνία ύπαρξη. Ο μελετητής του μέλλοντος θα το λάβει αυτό υπ' όψιν.
Εξ άλλου η ανθρώπινη ψυχή έχει ανάγκη πάντα να λατρεύει. Γι' αυτό εκκλησιάζεται το ποίμνιο που όταν αλαλάζει μες στο γήπεδο το λέμε όχλο. Σε κάτι προσπαθεί να προσπλεύσει. Σ' ένα κρυμμένο Μυστικό ίσως που μέσα Του κάποτε θα δοξαστεί ή στην αγκαλιά μιας μητέρας, μετά το πρώτο περπάτημα. Γιατί θεωρούμε ότι αυτή η ανθρωπότητα είναι "προοδευμένη"; Αφού δεν είναι. Είναι μια ανθρωπότητα βάρβαρη, που δεν ξέρει το θεό της να τον κάνει άνθρωπο, ούτε τις ιδέες να τις κάνει πράξη. Στο πρώτο της περπάτημα επάνω είναι ακόμα. Γι' αυτό κλωτσάει αυτό το έρημο το τόπι με τέτοια λύσσα. Όχι, όχι, η αρχαιολογία του μέλλοντος θα το λάβει υπ' όψιν της κι αυτό και δεν θα καγχάζει με το εν λόγω βίντεο, όπως ο σαρκαστής μου.
Θρήσκος στην πλάνη του ο πολιτισμός μέχρι τώρα, λατρεύει με όποιο τρόπο δύναται τις δονήσεις που αγρεύουν μέσα του το αρχέγονο. Και σίγουρα χρειάζεται ναούς, χτίζει αιώνες τώρα ναούς - κι ο Πλάτωνας το κρίνει αυτό ως βασικό στοιχείο για τη συγκρότηση των κοινωνιών - και λατρεύει τα θεϊκά του απηχήματα.
Κι όπως ο κάθε ναός και κάθε θρησκεία έχουν τη μουσική τους (άλλοι έχουν godspell, άλλοι έχουν badjans, άλλοι Bach, άλλοι γρηγοριανό μέλος, άλλοι βυζαντινούς ύμνους), έτσι και ο ναός του ποδοσφαίρου έχει μια δική του λατρευτική δόνηση! Τον ισοκράτη της βουβουζέλας! Στο ποδόσφαιρο σπαρταράν πλούσια αισθήματα λαϊκής μέθεξης: θεός η μπάλα, ναός το γήπεδο, ημίθεοι οι παίκτες, λάβαρο μάχης τα εθνικά χρώματα. Και νέος Braveheart, ο μοντέρνος φίλαθλος, βάφει και τη μούρη του στα χρώματα της σημαίας του, φτιάχνοντας τοτεμικές μάσκες πολέμου (εμείς βέβαια που έχουμε και μια Ιστορία να επιδείξουμε σε ανάλογες περιπτώσεις επιλέγουμε αναφανδόν αρχαιοελληνικές στολές - προφανώς για να υπενθυμίζουμε σ' όλους αυτούς τους κάφρους πως, όταν χτίζαμε την Ακρόπολη, εκείνοι μαζεύαν στα δέντρα βελανίδια).
Το ζήτημα εδώ βέβαια δεν είναι εθνικό, είναι παγκόσμιο. Η βουβουζέλα αντηχεί το μεταφυσικό ισοκράτημα μιας παγκόσμιας πνευματικής κρίσης, μαζί και τη συνεπαγόμενη μεταφυσική βαρηκοΐα. Είτε ως πολεμικό σάλπισμα, είτε ως πρόσκληση προς εκ-στάση, συνενώνει το φίλαθλο αίσθημα σε μια χονδροειδή μεν αλλά διόλου ευκαταφρόνητη συλλογική δόνηση. Κι αυτή η δόνηση είναι πέραν κάθε αμφιβολίας θρησκευτική και λατρευτική. Το ποδόσφαιρο αποτελεί τη μοναδική παγκόσμια λαϊκή θρησκεία και φανερώνει, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο άθλημα, αυτή την βαθιά ανάγκη για υπέρβαση και ολοκληρωτική νίκη επί του εκάστοτε αντιπάλου, που κάθε φορά γίνεται το πρόσωπο του πνευματικού εχθρού ο οποίος πέπρωται να κατατροπωθεί.
Αυτή μου τη σκέψη περί της αρχέγονης λατρευτικής ανάγκης που δονεί η βουβουζέλα ήρθε να επιβεβαιώσει με τον πιο εμπαικτικό τρόπο μερικές μέρες μετά μια άλλη πληροφορία - κλειδί που έφτασε στο έκθαμβο αυτί μου: το χταπόδι - Πυθία! Το μαλάκιο που ήρθε να κλείσει όλα τα γραφεία του μουντιαλικού τζόγου! Μάντης κανονικός! Μαζί του κι ένας κροκόδειλος - Κάλχας, εξ ίσου αστέρι!
Και ιδού, μια νέα μεταφυσική εισέβαλε στη ζωή μας, επισήμως και νομίμως! Μία νεο-μαντεία λαϊκής κατανάλωσης! Πάντα ο άνθρωπος διακαώς επιθυμούσε να έχει πρόσβαση στα μελλούμενα. Και τώρα η πρόσβαση να 'τη, στα πλοκάμια ενός μαλάκιου. Το μέλλον πλέον δηλούται! Κι η είδηση κάνει τον κύκλο του κόσμου δορυφορικά. Δεδομένου δε ότι τόσο το χταπόδι όσο και ο κροκόδειλος ουδεμία σχέση έχουν με τις κομπογιαννίτισσες χαρτορίχτρες και άλλα κληρονομικά χαρίσματα - κι αυτό, όπως λέει ένας άλλος αγαπημένος αγνωστικιστής, κρίνεται εκ του αποτελέσματος - ο θαυμασμός είναι παγκόσμιος! Και η διερώτηση περί του μυστηρίου!
Τι παραμυθία! Το μέλλον προσβάσιμο! Τώρα που αποδεδειγμένα ένα χταπόδι προέβλεψε την νικήτρια ομάδα του Μουντιάλ, έγινε η αρχή. Μπορεί σύντομα κι άλλα χταπόδια να βρεθούν με το ίδιο χάρισμα, αλλά κι άλλα είδη της πανίδας (και της χλωρίδας, τολμώ κι εγώ ως οκτάπους να προβλέψω), που θα μπορούν να δίνουν απαντήσεις και στα υπόλοιπα καυτά ερωτήματα του προσωπικού και συλλογικού πεπρωμένου! Κι ο καθένας θα μπορεί ίσως κάποια στιγμή να αγοράσει από ειδικευμένα pet shop τον προσωπικό του μάντη!
Κάπου εδώ άρχισα να ακούω μέσα μου βουβουζέλες και κατέθεσα τα όπλα με ένα ρίγος ανησυχίας μπροστά στο φάσμα των μελλούμενων παραμυθιών. Ως λάτρης του Στανισλάβ Λεμ, ωστόσο, επηρεασμένη λίγο από το βιβλίο του "Συνέδριο για το μέλλον", αλλά κι από τις μαντείες των τελευταίων ημερών, έπεσα ξαφνικά και αναπάντεχα σε μαντική δίνη και, μάλλον μέσα από μια σκουλικότρυπα του χρόνου, βρέθηκα για μια στιγμή βαθιά μέσα στο μέλλον, στο τραπέζι μελέτης των εκεί αρχαιολόγων. Τους είδα με μεγεθυντικούς φακούς πάνω απ' το κεφάλι μου να σκύβουν και να με παρατηρούν με δέος. Αρχικά νόμιζα ότι με θαυμάζουν και πήγα να χαμογελάσω και να τους πιάσω την κουβέντα, με εμπόδισε όμως μια ολόκληρη ορχήστρα από βουβουζέλες μέσα στο αυτί μου. Τότε μόλις συνειδητοποίησα το εξής: οι βουβουζέλες που άκουγα δεν ήταν βουβουζέλες. Ήταν ο αντίλαλος απ' τα τρανταχτά γέλια των αρχαιολόγων του μέλλοντος που όντως κρατούσαν τις κοιλιές τους απ΄ τα γέλια, όπως σωστά είχε μαντεύσει ο φίλος σαρκαστής, καθώς κοιτούσαν, εμένα, το δείγμα τόσων αιώνων βαρβαρότητας.
Άρον - άρον μπήκα πάλι στη σκουλικότρυπά μου και γύρισα πίσω, ρίχνοντας μαύρη πέτρα στη μαντική.
Καλύτερα ας μην ξέρω τίποτα για το μέλλον.
Ο καγχασμός των αρχαιολόγων του μέλλοντος δεν αντέχεται. Είναι χειρότερος κι από βουβουζέλα.
Κάπου εδώ άρχισα να ακούω μέσα μου βουβουζέλες και κατέθεσα τα όπλα με ένα ρίγος ανησυχίας μπροστά στο φάσμα των μελλούμενων παραμυθιών. Ως λάτρης του Στανισλάβ Λεμ, ωστόσο, επηρεασμένη λίγο από το βιβλίο του "Συνέδριο για το μέλλον", αλλά κι από τις μαντείες των τελευταίων ημερών, έπεσα ξαφνικά και αναπάντεχα σε μαντική δίνη και, μάλλον μέσα από μια σκουλικότρυπα του χρόνου, βρέθηκα για μια στιγμή βαθιά μέσα στο μέλλον, στο τραπέζι μελέτης των εκεί αρχαιολόγων. Τους είδα με μεγεθυντικούς φακούς πάνω απ' το κεφάλι μου να σκύβουν και να με παρατηρούν με δέος. Αρχικά νόμιζα ότι με θαυμάζουν και πήγα να χαμογελάσω και να τους πιάσω την κουβέντα, με εμπόδισε όμως μια ολόκληρη ορχήστρα από βουβουζέλες μέσα στο αυτί μου. Τότε μόλις συνειδητοποίησα το εξής: οι βουβουζέλες που άκουγα δεν ήταν βουβουζέλες. Ήταν ο αντίλαλος απ' τα τρανταχτά γέλια των αρχαιολόγων του μέλλοντος που όντως κρατούσαν τις κοιλιές τους απ΄ τα γέλια, όπως σωστά είχε μαντεύσει ο φίλος σαρκαστής, καθώς κοιτούσαν, εμένα, το δείγμα τόσων αιώνων βαρβαρότητας.
Άρον - άρον μπήκα πάλι στη σκουλικότρυπά μου και γύρισα πίσω, ρίχνοντας μαύρη πέτρα στη μαντική.
Καλύτερα ας μην ξέρω τίποτα για το μέλλον.
Ο καγχασμός των αρχαιολόγων του μέλλοντος δεν αντέχεται. Είναι χειρότερος κι από βουβουζέλα.
jiagogina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου