28.12.25

ΟΤΑΝ Ο ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟ ΔΙΟΝΥΣΙΟ ΣΟΛΩΜΟ

Ας ονειρευτούμε....


ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ: ΤΡΙΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ

VII.

- «Κρυφὴ χαρά ῾στραψε σ᾿ ἐσέ· κάτι καλό ῾χει ὁ νοῦς σου
πές, νὰ τὸ ξεμυστηρευτεῖς θὲς τ᾿ ἀδελφοποιτοῦ σου;».

-«Ψυχὴ μεγάλη καὶ γλυκειά, μετὰ χαρᾶς σ᾿ τὸ λέω:
Θαυμάζω τὲς γυναῖκες μας καὶ στ᾿ ὄνομά τους μνέω.

Ἐφοβήθηκα κάποτε μὴ δειλιάσουν καὶ τὲς ἐπαρατήρησα ἀδιάκοπα.

Ἀπόψε, ἐνῷ εἶχαν τὰ παράθυρα ἀνοιχτὰ γιὰ τὴ δροσιά, μία ἀπ᾿ αὐτές, ἡ νεώτερη, ἐπῆγε νὰ τὰ κλείσει, ἀλλὰ μία ἄλλη τῆς εἶπε: «Ὄχι, παιδί μου· ἄφησε νὰ ῾μπεῖ ἡ μυρωδιὰ ἀπὸ τὰ φαγητά· εἶναι χρεία νὰ συνηθίσουμε».

Κι ἔτσι λέγοντας ἐματάνοιξε τὸ παράθυρο, καὶ ἡ πολλὴ μυρωδιὰ τῶν ἀρωμάτων ἐχυνότουν μέσα κι ἐγιόμισε τὸ δωμάτιο.

Καὶ ἡ πρώτη εἶπε: «Καὶ τὸ ἀεράκι μας πολεμάει».

Μία ἄλλη ἔστεκε σιμὰ εἰς τὸ ἑτοιμοθάνατο παιδί της.

Καὶ ἄλλη εἶπε χαμογελώντας, νὰ διηγηθεῖ καθεμία τ᾿ ὄνειρό της.

Καὶ μία εἶπε: «Μοῦ ἐφαινότουν ὅτι ὅλοι ἐμεῖς, ἄντρες καὶ γυναῖκες, παιδιὰ καὶ γέροι, ἤμαστε ποτάμια, ποιὰ μικρά, ποιὰ μεγάλα, κι ἐτρέχαμε ἀνάμεσα εἰς τόπους φωτεινούς, εἰς τόπους σκοτεινούς, σὲ λαγκάδια, σὲ γκρεμούς, ἀπάνου κάτου, κι ἔπειτα ἐφθάναμε μαζὶ στὴ θάλασσα μὲ πολλὴ ὁρμή».

Καὶ μία δεύτερη εἶπε:

Ἐγώ ῾δα δάφνες. - Κι ἐγὼ φῶς ..............................

- Κι ἐγὼ σ᾿ φωτιὰ μίαν ὄμορφη π᾿ ἀστράφταν τὰ μαλλιά της.

Καὶ ἀφοῦ ὅλες ἐδιηγήθηκαν τὰ ὀνείρατά τους, ἐκείνη ποὖχε τὸ παιδὶ ἑτοιμοθάνατο εἶπε: «Ἰδές, καὶ εἰς τὰ ὀνείρατα ὁμογνωμοῦμε, καθὼς εἰς τὴ θέληση καὶ εἰς ὅλα τ᾿ ἄλλα ἔργα». Καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἐσυμφώνησαν κι ἐτριγυρίσαν μὲ ἀγάπη τὸ παιδί της πού ῾χε ξεψυχήσει.

Ἰδού, αὐτὲς οἱ γυναῖκες φέρνονται θαυμαστά· αὐτὲς εἶναι μεγαλόψυχες, καὶ λένε ὅτι μαθαίνουν ἀπὸ μᾶς· δὲ δειλιάζουν, μολονότι τοὺς ἐπάρθηκε ἡ ἐλπίδα ποὺ εἶχαν νὰ γεννήσουν τέκνα γιὰ τὴ δόξα καὶ γιὰ τὴν εὐτυχία. Ἐμεῖς λοιπὸν μποροῦμε νὰ μάθουμε ἀπ᾿ αὐτὲς καὶ νὰ τὲς λατρεύουμε ἕως τὴν ὕστερη ὥρα.

Πές μου καὶ σὺ τώρα γιατί ἐχθές, ὕστερ᾿ ἀπὸ τὸ συμβούλιο, ἐνῷ ἐστεκόμαστε σιωπηλοί, ἀπομακρύνθηκες ταραγμένος·

Νὰ μοῦ τὸ πῇς νὰ τὄχω ῾γὼ γκολφισταυρὸ στὸν ἅδη.

Ἐχαμογέλασε πικρά, κι᾿ ὁλούθενε κοιτάζει·
Κι᾿ ἀνεῖ πολὺ τὰ βλέφαρα τὰ δάκρυα νὰ βαστάξουν.


...----...


ΜΑΝΟΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ: ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΑΥΤΟΙ


Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να είναι οι τελευταίοι

οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν

Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια

αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν όλοι νέοι

Τα θλιβερά τραγούδια τους γενήκανε πουλιά

σε κάποιον άλλο ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος

Γένηκαν άγριοι ποταμοί που τρέχουνε στη θάλασσα  

Και τα νερά τους δεν μπορείς να ξεχωρίσεις

Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός

να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι


...........................................................

...Κοινός τόπος και στα δύο ποιήματα το όραμα των μικρών ποταμών που καταλήγουν στη θάλασσα κι εκεί συγχωνεύονται...

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...