20.11.25

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΕΥΓΝΩΜΩΝ




 

Ευγνώμων προς όλους τους ανθρώπους που ήρθαν για λίγο ή πολύ στη ζωή μου, περαστικοί όλοι, άλλοι χωρίς βαλίτσες, άλλοι γυμνοί,  και με όλα τους τα πάθη, τα λάθη, την καλοσύνη και την κακία, μου προσέφεραν ένα «κάτι», που ύπουλα εισχώρησε  στη ζωή μου κι έμεινε. 


Ενα, ή μάλλον δύο, πουλόβερ της Ντιας πλεγμένα από τα χέρια της με νοιαξιμο και φροντίδα. Τη βλέπω αυτή τη φροντίδα 35 χρόνια μετά καθώς τα φορώ. Την εκπνέουν. 

Τα έπλεκε σκυμμένη  με προσήλωση,μέτραγε τους ποντους πάνω μου, τα διόρθωνε, τα κόνταινε  τα μάκραινε αδιαμαρτύρητα ανεχόταν τις παραξενιές μου και μετά αναστέναζε μοναξιά δίπλα   στο φευγάτο βλέμμα της μάνας μου. 

Δεν την έκλαψα. Δεν πρόλαβα μέσα στα τόσα δάκρυα να την τιμήσω. Αλλά τα πουλόβερ της τα φύλαξα με ιερότητα, ένα ένδυμα δυσεύρετο. 

Ευγνώμων Ντία.

Ευγνώμων σε εκείνον τον χοντρό ξανθό άντρα που έριχνε για μια δεκαετία  βάναυσα πάνω μου τον δηλητηριώδη του ίσκιο. Όχι τον ίσκιο της συκιάς, (δεν είναι στο βοτανικό μου γλωσσάρι δηλητηριώδες δέντρο ή συκιά κι ας την έχουν κατακρίνει  τόσο που τη διάλεξε ο  Ιουδας), ούτε ο πεύκος που τίποτε   δεν ευδοκιμεί κάτω από τον ίσκιο του, (ούτε καν το σκληροτράχηλο λιγούστρα). Και μην ακούσω κάτι κακό για τη βρωμοκαρυδια, που τόσο κι αυτή έχει λοιδορηθεί. Οι ίσκιος της είναι  μαγικός, σε ταξιδεύει ανάμεσα  σε  πράσινους διαδρόμους  φωτός.  Το εννόησε η Βασίλισσα  Αμαλία που την έφερε να σκιάσει τον κήπο της.  Για τα άλλα ας λύσουν τα προβλήματα οι κηπουροί κι οι γεωπόνοι. Ο αήλανθος δεν είναι τοξικός. 

Ενα άλλο δέντρο φέρνω στο νου μου. Αυτός ο άντρας, ίδιος με το «δέντρο του θανάτου»,  το Manchineel,  που σου καίει το δέρμα κι αν φας ανήξερος τον καρπό του σε σκοτώνει.  Σε αυτόν τον άνθρωπο ευγνώμων. Τόσο βαθιά κι επαναλαμβανόμενα  με  επανατραυματιζε για δέκα χρόνια που κατέληξα επιτέλους να βρεθώ ασώματη πληγή  μέσα στο βαθύ ρίζωμα μου, στο ριζικό σύστημα του ginkgo biloba.  Κι ήμουν νεκρή και φύτρωσα αρχαιότητα. Έγινα σπόρος μνήμης. Ευγνώμων και σε αυτόν.

Ευγνώμων στη μάνα μου που μου άφησε στη χούφτα τόσα δάκρυα να ποτίζομαι και εκείνο τον  θάνατο της τον ατόφιο που τον φυτεύω διαρκώς στην καθημερινή μου βιοπάλη. Δοσμένη η μάνα μου στα φαντάσματα , μου τα άφησε προικιό, χωρίς να μπορεί να συλλάβει τι θα έκανα με αυτά.  Φοβόταν και λυσσομανούσε. Θα τα πούλαγα φτηνά στις αγορές των λιμανιών, θα τα άφηνα όλα στους  άστεγους, θα τα έκανα προσάναμμα, όταν θα έκαιγα τα σπίτια μου;   

Ευγνώμων σε Εκείνον Που Με Αγάπησε και κάθισε δίπλα μου ώρες πολλές διαβάζοντας τη βίβλο του, που τόσο με φίλησε,  όσο κανείς, από τα νυχοποδαρα μέχρι την κεφαλή,       και που μου άφησε με τις σιωπές του χώρο για να κοιμηθώ, να ξαποστάσω από τους πονους και να τους υπομένω, που μου έπιασε το χέρι και με περπάτησε κι ας μου έσφιξε τα δάχτυλα και ας τα πόνεσε. 

Κυρίως, όμως, μαζί του έκανα ένα ωραίο παιδί. 

Ευγνώμων στα δάκρυα. Αυτά που έχυσα κι αυτά που θα χύσω μέχρι  να πεθάνω. Ας μη φοβάμαι, θα  τα λέω ΔΑΚΡΥΑ.  Τα ομολογώ. Είμαι παιδί των δακρύων, πάντα ήμουν, από γεννησιμιού μου.   Ε,  ναι. Μελοδραματισμός,  αλλά τι να κάνω. Τον σκαλίζω κι αυτόν μέσα μου μαζί με την μακαριότητα της ζωής και τις θεσπέσιες γεύσεις του έρωτα. Μαζί μου και τα δάκρυα. Ευγνώμων. 

Πολλές μικρές ψηφίδες της ευγνωμοσύνης μπορώ να ανασύρω, αλλά δε θα το κάνω. Ηθελα απόψε μόνο να καθρεφτίσω ένα «ευ» στα τρεχούμενα νερά του μικρού μου παρελθόντος και να τα πάρει όλα το ποταμάκι μετά κι ας μείνω με την υγρασία   των  δακρύων. 

Jiagogina

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...