31.1.22

Δημήτρη Α. Δημητριάδη, Δύο ποιήματα

Η ανάμνηση

 

Η ανάμνηση είναι

σαν το δάκρυ που μαρμάρωσε στο πάρκο

στις φυλλωσιές

στους θάμνους

σαν τα χρυσά μάτια του κοριτσιού

που ερωτεύθηκες στα δεκαπέντε.

Μοιάζει με το σχολικό αλφαβητάρι

που φυλλορροεί στις σελίδες ενός παλιού ημερολογίου

με τα ξυπόλητα παιδιά παίζοντας στις αλάνες

τα σλάλομ να φέρουμε τούμπα τον κόσμο

μπουκάροντας στις αποθήκες τ’ ουρανού

μπαρκάροντας για τους ιερούς τόπους

όπου τραγούδια

καλλονές

και περιπέτειες μοιράζονταν αφειδώς.

Είναι σαν το αίμα

που χύθηκε στις πιο απρόσμενες γωνιές

και σ’ ακολουθεί ως τα εξόριστα άστρα

τις στιγμές που άφησες πίσω

και χάθηκαν μαζί με τ’ άλογα και τα σύννεφα

με τα φτερά και τα βέλη

μοιάζει με τα παλιά λαϊκά τραγούδια

και το βαθύ κολύμπι στη θάλασσα του αλκοόλ

κατάβαση

κι ύστερα ανάβαση

και κατάβαση πάλι

είναι σαν την αναμμένη λάμπα

φωτίζοντας τις παλιές κοτρώνες

για να’ ρθουν τριγύρω της οι πεθαμένοι

ο χείμαρρος είναι που σε οργώνει

και το αγκίστρι που σε τραβά

το κόκκινο χιόνι που πέφτει

πέφτει

και σε σκεπάζει.


...................................


Ρωγμή

Ρωγμή σημαίνει πίσω απ’ τις γρίλιες να κοιτάς

ν’ αγαπάς αυτόν που δεν πρέπει ν’ αγαπήσεις

να πέφτεις

να σηκώνεσαι

να ξαναπέφτεις

να δέχεσαι πως δεν έχεις αντοχές

κι όλο να προχωράς ως το απροχώρητο

στη διάλυση του εαυτού σου

σημαίνει να σκάβεις το κόκαλο βαθιά

κάτι να βρεις

εκεί που θριαμβεύουν τα ελάχιστα

να βλέπεις μέσα σου

εκείνα που δεν περιμένουν οι άλλοι από σένα

να γράφεις ένα ατέλειωτο γραπτό

πικρό σαν το γραφτό σου.

Ρωγμή σημαίνει

να πλέεις πάνω στα νερά που περιμένεις να’ ρθουνε

να λούζεσαι στο φως του φεγγαριού

στα κοιμητήρια των αθώων να στοιβάζεσαι

και μια υπότροπη βροχή να σε ραπίζει

σημαίνει στου κόσμου το κουκούτσι να μην μπορείς να μπεις

κατάσαρκα να φοράς της πέτρας το μαράζι

θραύσματα του βυθού να θυμάσαι και να κλαις

κι η Πρέβεζα επικίνδυνα να σε πλησιάζει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...