Επεκτείνοντας τον προβληματισμό προηγούμενων αναρτήσεων για τη διδασκαλία του λόγου στην εκπαίδευση, έχω να σημειώσω τα εξής:
Αν η αξία των σχολικών εορτών θέλουμε να αποτιμηθεί με γνώμονα την ανάπτυξη ιστορικής και εθνικής συνείδησης στους μαθητές, τότε δυστυχώς όλοι οι εορτασμοί θα πρέπει να καταργηθούν αυθωρεί και παραχρήμα. Οι μαθητές, κατά την εκτίμησή μου, δεν εμπλουτίζουν με τους εορτασμούς ούτε την εθνική ούτε την ιστορική τους συνειδητότητα. Αν κάποιος είναι υπεύθυνος για ένα τέτοιο σοβαρό καθήκον, αυτό είναι το μάθημα ιστορίας. Είναι δουλειά της τάξης η εξέταση των γεγονότων, των αιτίων, των αποτελεσμάτων κλπ, ώστε να μελετάται η ιστορία ως ένα δονούμενο σώμα, σώμα χρόνου, που πολλά έχει να πει, όχι μόνον για το παρελθόν, αλλά και για το παρόν και το μέλλον.
Αν η αξία των σχολικών εορτών θέλουμε να αποτιμηθεί με γνώμονα την ανάπτυξη ιστορικής και εθνικής συνείδησης στους μαθητές, τότε δυστυχώς όλοι οι εορτασμοί θα πρέπει να καταργηθούν αυθωρεί και παραχρήμα. Οι μαθητές, κατά την εκτίμησή μου, δεν εμπλουτίζουν με τους εορτασμούς ούτε την εθνική ούτε την ιστορική τους συνειδητότητα. Αν κάποιος είναι υπεύθυνος για ένα τέτοιο σοβαρό καθήκον, αυτό είναι το μάθημα ιστορίας. Είναι δουλειά της τάξης η εξέταση των γεγονότων, των αιτίων, των αποτελεσμάτων κλπ, ώστε να μελετάται η ιστορία ως ένα δονούμενο σώμα, σώμα χρόνου, που πολλά έχει να πει, όχι μόνον για το παρελθόν, αλλά και για το παρόν και το μέλλον.
Βέβαια σε κάθε εποχή οι σχολικοί εορτασμοί παίζουν το ρόλο τους, διαφορετικό κάθε φορά. Κι εδώ είναι το κρίσιμο ερώτημα, ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος των εθνικών εορτών σήμερα. Η έννοια ‘γιορτή’ παραπέμπει και ενεργοποιεί το συναίσθημα, έχουμε να κάνουμε λοιπόν με μια δραστηριότητα που δεν είναι πρωτίστως γνωστική αλλά αισθηματική, δηλαδή κινεί, ενεργοποιεί την αισθαντικότητα, την ευαισθησία και το συναίσθημα. Το γεγονός ότι, κατά κανόνα, οι εορτασμοί διεκπεραιώνονται ανάμεσα σε πολλά, ηχηρά και άηχα, χασμουρητά, μάλλον οφείλεται στο ότι η αισθαντικότητα και το εκρηκτικό συναίσθημα των παιδιών μένουν έξω από τη διαδικασία, ίσως επειδή το έθιμο – όπως κι άλλα στη σχολική ζωή – βρίσκεται σε παρακμή.
Δεν προτίθεμαι να υπερασπιστώ το πατριωτικό ή το δημοκρατικό ήθος που οφείλουν να παράγουν οι γιορτές αυτές. Προσωπικά, θα ευχόμουν κάποιες επέτειοι να καταργούνταν, όπως αυτή του Πολυτεχνείου. Δεν υπάρχει τίποτα πιο θλιβερό από το ρωτάς ένα παιδί «πότε έγινε το Πολυτεχνείο», κι αυτό - προφανώς εκπαιδευμένο να μην ξέρει το ΠΟΤΕ έγινε το Πολυτεχνείο, αλλά να μαθαίνει απ’ έξω το ΠΟΣΟ γενναία αντιστάθηκαν τα παιδιά, επίσης να μην μαθαίνει το ΠΟΤΕ έγινε η μεταπολίτευση, αλλά να γνωρίζει παπαγαλιστί το ΠΟΣΟ σημαντικό πράγμα είναι η δημοκρατία - μετά από μια κοπιαστική παύση να σου λέει «Γύρω στο 1940».
Ο μόνος λόγος ύπαρξης των εορτασμών αυτών είναι να ενεργοποιείται η εφηβική αισθαντικότητα και να εκφράζεται με γνησιότητα. Αν αυτό μπορεί να γίνεται, τότε κι οι γιορτές έχουν νόημα (κατά τα άλλα κάθε παπαγαλία, εθνικού ή άλλου σθένους, μακριά από εμάς). Αυτό όμως απαιτεί μια κινητοποίηση του αισθήματος, της συναισθηματικής ευφυΐας των παιδιών, που τόσο πολύ καταπονείται στη σχολική τάξη. Τα παιδιά μας σήμερα έχουν πάρα πολλά ερεθίσματα – πληθώρα βέβαια δεν σημαίνει ποιότητα - λόγω της τηλεοπτικής παντοκρατορίας, αλλά και του ίντερνετ. Για να μπορέσουν να κινητοποιηθούν σε μια διαδικασία σχολική, και μάλιστα διαδικασία ρουτίνας, θα πρέπει αυτά τα ίδια να συναισθανθούν ότι κάτι τέτοιο αξίζει τον κόπο να το κάνουν, ότι είναι ένα ερέθισμα που κανένα τηλεοπτικό μαγκαζίνο ή σίριαλ ή τάλεντ σόου δεν μπορεί να τους προσφέρει. Ότι το αυτονόητο της διαδικτυακής επαφής και των ‘φίλων’ δεν μπορεί να συγκριθεί με την ποιότητα της ζωντανής επαφής σε μια ομάδα, που εργάζεται αυτοβούλως προς ένα κοινό ζητούμενο.
Εν πάση περιπτώσει, και στις σχολικές γιορτές, όπως σε άλλους τομείς της κοινωνικής ζωής, όλα έχουν ειπωθεί κι έχουν δοκιμαστεί τα τελευταία τριάντα τόσα χρόνια. Όλα είναι δοσμένα κι ελεύθερα προς κατανάλωση. Υπάρχουν, για παράδειγμα, βιβλία σχολικών εορτών, με ανθολογήσεις κειμένων, με σκετς, προτάσεις τραγουδιών κλπ. Τίποτα δεν είναι πρωτότυπο. Κι αυτές οι αράδες εδώ δεν κομίζουν στην ουσία καμιά καινούργια πρόταση. Το μόνο που έχουν να προτείνουν είναι μια επιστροφή στις πηγές του λόγου και της ομιλίας. Εισηγούνται έναν φονταμενταλισμό, ναι, μια νέα επιστροφή στις πηγές του λέγειν.
Δεν ξέρω αν το έχετε εσείς παρατηρήσει, εγώ πάντως το παρατήρησα πάλι βλέποντας στο κανάλι της Βουλής τις προάλλες μια συζήτηση από τη Βουλή των Εφήβων. Λοιπόν, μου επιβεβαιώθηκε ξανά, περίτρανα, ότι η φωνολογία αλλάζει! Όλα τα παιδιά μιλούσαν με ακσάν! Με έναν ήχο κάπου χωμένο στις ρινικές κόγχες, με στόμα τεμπέλικο, με τα Ο, τα ΟΥ, τα Α, όλα κάπως διαφορετικά. Και μιλάμε για εκφορά επίσημου λόγου, δημόσιου. Το χειρότερο ήταν ότι το ακσάν δεν εμπόδιζε καθόλου τον εφηβικό λόγο να μιμείται τα ξύλινα λόγια των επαγγελματιών της πολιτικής. Φοβάμαι πως βρισκόμαστε σε μια τέτοια οριακή εποχή αλλαγών, ακόμα και στη φωνολογία. Γι’ αυτό νομίζω ότι κάθε ψυχοπαιδαγωγική εργασία, ιδιαίτερα στο σχολείο, θα πρέπει να εστιάζει σ’ αυτό: επιστροφή στη χαρά του λόγου, επιστροφή στη χαρά του ρυθμού, επιστροφή στην αγάπη προς τη γλώσσα, επιστροφή στα κείμενα, επιστροφή στην έκφραση μέσω του λόγου, σαν ένα αντίπαλο δέος απέναντι στη ‘συμφωνογραφική’ διάλεκτο του facebook και τον εθισμό στα greeklish.
Χωρίς αποσκευές, χωρίς λυσάρια, χωρίς εκ των προτέρων απαντήσεις, χωρίς ξύλινες νοητικές ερμηνείες της λογοτεχνίας, μόνο με διερώτηση, επιστροφή στην απορία. Να αποστηθίζουν τα παιδιά τα κείμενα. Να τα επαναλαμβάνουν συνεχώς φωναχτά. Να μάθουν από την αρχή να βιώνουν το λόγο, όχι απλώς να κατανοούν εγκεφαλικά. Ο λόγος έχει δύναμη μεγαλύτερη από τις αναλύσεις των πιο σπουδαίων φιλολόγων.
Ο ‘από στήθους’ προσέγγιση λόγος είναι το πρώτο ζητούμενο. Ωστόσο, θα πρέπει να συνοδεύεται και από μια αγωγή του λέγειν, ώστε ο λόγος να γίνεται ενεργός. Κι αυτό είναι το δεύτερο ζητούμενο: η ‘θεραπευτική του λόγου’, όχι με την έννοια της ορθοφωνίας, αλλά με την ψυχοπαιδαγωγική σημασία που έχει η άρθρωση γεμάτου λόγου, το σωστό τσάκισμα των συμφώνων και η ευρυχωρία των φωνηέντων (ιδιαίτερα σε παιδιά με δυσκολίες έκφρασης η εξάσκηση είναι πολύ ωφέλιμη). Το τρίτο ζητούμενο είναι ότι αυτή η ‘χειρωνακτική’ εργασία πρέπει να διατηρήσει το χαρακτήρα ‘παιδιάς’. Η αναμέτρηση με τα εκφραστικά μέσα αποτελεί παιχνίδι, ευχάριστο και επίπονο μαζί, όπως κάθε τι που απαιτεί προσπάθεια. Το τέταρτο ζητούμενο, που αγκαλιάζει όλα τα άλλα και τους δίνει υπόσταση, εκπαιδευτικά και υπαρξιακά, είναι η λειτουργία σε ομάδα. Η ομάδα είναι ο χώρος για να αναπτυχθεί η συνεργασία και η φιλοτιμία. Και η αλληλοβοήθεια. Και ο αφουγκρασμός του άλλου. Ψυχικές στάσεις σημαντικές που το σχολείο μπορεί να συνεισφέρει στην καλλιέργειά τους.
Υλικό για εργασία: δόξα τω θεώ, τα βιβλία της λογοτεχνίας του Γυμνασίου και του Λυκείου διαθέτουν μπόλικο.
JIAGOGINA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου