11.7.25

Αναζητώντας φωτόνια στον Όρμο

 


Κι ενώ κολυμπώ στα καθαρά νερά του Όρμου, με το εκ γενετής αίσθημα ευγνωμοσύνης στη θεά των υδάτων, ένα ζευγάρι κύκνων με προσπερνάει με την ανωτερότητα των υψωμένων λαιμών τους. Κολυμπάνε δυτικά. Τους καμαρώνω, μετά το μάτι μου φεύγει στην ακτή. Μια παρεούλα πάπιες στέκουν ατην άμμο, καλλωπίζονται, τινάζονται, μετά βουτούν κι αυτές και φεύγουν. Ωραίες συναντήσεις είναι αυτές. Άνθρωποι, αίφνης αθώοι και παραδομένοι στο νερό, τα ψάρια από κάτω, οι κύκνοι και τοι πάπιες ανάμεσά μας.

Βγαίνω και αφήνομαι να με γλυκάνει ο ήπιος απογευματινός ήλιος. Παιδικές φωνές, Πλατσουρίσματα, η παραλία σήμερα έχει κόσμο. Έρχεται κι ένα νεαρό ζευγάρι με δυο παιδάκια. Ο μικρός παίζει με ένα μπαζούκας νερού εκτοξεύοντας ριπές στη μαμά και τον μεγαλυτέρο αδερφό του. Ο μπαμπάς συμμετέχει κι αυτός με το δικό του μπαζούκας και γελάνε. Οι γονείς φαίνονται απρόθυμοι να βουτήξουν, είναι φανερό ότι πρόκειται για το πρώτο μπάνιο τους κι ότι το νερό τους απωθεί έτσι κρύο που είναι εδώ στον Όρμο. Είναι κι οι άσπροι και αμάθητοι στον ήλιο.  Τα πιτσιρίκια όμως δεν καταλαβαίνουν από κρύο ούτε από ζέστη. Ο μικρός φοράει μπρατσακια και χτυπάει τα χέρια του στο νερό και χοροπηδάει. Ο μπαμπάς υπερπροστατευτικός σαν να προσπαθεί να προφυλάξει το μικρό από τη θάλασσα  και τον εαυτό του από τις πιτσιλιές του νερού. Του αποσπά την προσοχή με το μπαζουκας νερου. Τον πυροβολεί, εξ αποστάσεως,  ο μικρος γελάει, ανταποδίδει, ο μπαμπας μεταξύ αστείου και σοβαρού προφυλάσσεται  και απομακρύνει την προσοχή του μικρού από την προοπτική της βουτιας. Η μαμά είναι μέχρι τα γόνατα στο νερό κι επιτηρεί τον μεγαλύτερο  γιο που ετοιμάζεται να κάνει  μακροβούτι: «Όχι το κεφάλι, μη βουτάς το κεφάλι στο νερό». «Σε παρακαλώ, μαμά, άφησε με λίγο». «Οχι! Και τα χεράκια έξω-έξω να τα βλέπω».

Τους παρατηρώ. Είναι δύο νέοι άνθρωποι, αλλά γιατί μου μοιάζουν γέροι;  Σαν να είναι βγαλμένοι από άλλη πεντηκονταετία, τότε που ήμουν κι εγώ παιδάκι κι έπαιζα με την άμμο και πλατσούριζα κι ερχόντουσαν φοβισμένες θείες και γιαγιάδες και με απομακρύναν από τον κίνδυνο του παιχνιδιού. Ανεξερεύνητη προβλεψη ενός  μοιραίου  κινδύνου φώλιαζε μέσα στα μάτια τους, κι αυτή η πρόβλεψη  σαν μαντεία επέβαλλε παιχνιδι στα ρηχα ή παιχνίδι στην άμμο ή καθόλου παιχνίδι. Ισως τελικά, ναι, το παιχνίδι να εγκυμονεί κινδύνους, ίσως η πρόβλεψη να απευθύνεται στο παιχνίδι αυτό καθαυτό που είναι η ίδια η ζωή.  Το να ζεις είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι  και τόσοι αιώνες κινδύνων, τόσες χιλιετίες καυματων, πνιγμών και πόνου μέσα και εξαιτίας του παιχνιδιού έχουν εκπαιδεύσει τους  ανθρώπους καχύποπτους απέναντι στη ζωή. Θα ήταν τόσο βολικό να περιχαρακωθεί η ζωή μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πεδιο παιχνιδιού· να την ελέγχουμε, να μην έχουμε απρόβλεπτα και τυχαία περιστατικά  που πλουτίζουν μόνο τους φόβους και την κληρονομιά των κινδύνων. Μαζί κι όλα τα ενδεχόμενα απρόβλεπτων . Κι είναι εντυπωσιακό ότι στη συγκεκριμένη απογευματινή οικογενειακή σκηνή ο έλεγχος επιτυγχάνεται με το δέλεαρ ενός άλλου παιχνιδιού, επιθετικού κι αμυντικού ταυτόχρονα, του μπαζουκας νερου!

Ανεξερεύνητη ήπειρος το ανθρώπινο σκοτάδι. Όσο και να φωτίζεις, τόσο καινούργια βαθύτερο σκοτάδι έρχεται πάνω σου· μέσα σου και σε τυφλώνει…  οι αιώνες ελπιδοφόρα διαβαίνουν και συνεχώς διαλαλούν την πρόοδο και συνεχώς το σκοτάδι βαθαίνει παρά  τις δραματικές εκκλήσεις για φως…στο φως δραματικά απευθύνεται ο Οςβαλντ στο φιναλε των  Βρυκολάκων,  για «φως, περισσότερο φως» προσεύχεται ο Γκαιτε· τα ερωτευμένα φωτόνια πασχίζουμε να αντιληφθούμε   κι  ο κυρ Αλέξανδρος ψέλνει στο  φως  πριν αποδημήσει. 


Κι ομως τόσο σκοτάδι…. Οι νεαροί γονεις ακόμα  εδώ. Απολαμβάνουν με υποδειγματική  τσιγκουνιά  στα ρηχά  την απογευματινή μπουνάτσα του Όρμου. Χορτάτοι με  το  απείκασμα οικογενειακής γαλήνης που τους αναλογεί. Εγώ ψαχουλεύω στην άμμο κάποιο φωτόνιο. 


Τα δύο παιδιά κυνηγιούνται με τα μπαζουκας νερού.


Jiagogina

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...