.
ΙΔΙΟΜΕΛΟ
Ένα βράδυ ονειρεύτηκα τη γη ανεστραμμένη
κι όλα τα πλάσματα να ζουν ποιητικά κι αδελφωμένα κάτω από ασημένια σύννεφα
Το πρωί το όνειρο έπεσε κάτω με πάταγο
θρυμματίστηκε στον κόσμο
μέσα σε ερειπωμένα γιαπιά και καταυλισμούς
Μια ριπή μόνο στο μαχαίρι του φονιά απέμεινε από τη λάμψη
Και το ρημαδιό της ζωής μου
Μετά σιωπή.
Το επόμενο βράδυ (ή το προηγούμενο;) ξύπνησα ακούγοντας αηδόνια
"Το σκοτάδι μόνο από φως κατοικείται, κοιμήσου να ονειρευτείς", κελάηδησαν με ίδιον μέλος
Και το πρωί σαν σε όνειρο ξεκίνησα να περπατήσω το κρυφό μου σκοτάδι
(όπως καθημερινά το περπατώ στον ξύπνιο)
Πέτρα τραχιά
Πίσω το σπίτι μου το πατρικό
Τριγύρω άβυσσος και γέφυρα καμιά
Μπροστά ισκιωμένο ρίγος
-Σκληρή, ναι, πέτρα με έχτισε
και από μικρή πάντα μες στην ξυπολυσιά
συνήθισα να μου πληγιάζουν οι πατούσες
κι ο πόνος μια συνήθεια, είπα,
μπορείς να ζεις μ’ αυτόν-
Πόσες ψυχές έζησαν πόνο αβάσταχτο…
Άνθρωποι τόσοι που ποτέ δεν θα μάθουμε το όνομα τους μαρτύρησαν και μαρτυρούν μαρτύρια ανεκλάλητα
κι εγώ θα παραπονεθώ για δυο πληγές στα πόδια;
Μ’ αυτή τη σκέψη πήρα το μονοπάτι
Πίσω τα χνάρια της πληγής
Αηδόνια πουθενά
Και καθώς περπατούσα
είδα ξαφνικά το θαύμα
Το ομολογώ - κι ας μην πιστεύω στα όνειρα:
Είδα ένα θαύμα
Ο ουρανός προσγειώθηκε για μια στιγμή στη γη
Γέμισε ουρανόστρατα το μονοπάτι μου
σα χάδι αγαπημένου που ηρθε μετά από χρόνια και μ’ αγκάλιασε
χωρίς βιασύνη χωρίς γήρας, χωρίς βάρος
Πέταλα μωβ
Τα πάτησα
Κι όλες οι πληγές στα πέλματα έγιναν σώμα κυανό
λες και το μαβί το χρώμα τρύπωσε μέσα απ’ το δέρμα
μέχρι τα σωθικά
Κι είπα
Τώρα καταλαβαίνω, κόσμε χρυσέ, κόσμε αργυρέ, κόσμε μαλαματένιε,
Πώς την προφέρεις αυτή τη φτώχεια:
Τα όνειρα εκπληρώνεις αναποδογυρισμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου