Στη Μιράντα
Εσύ τον γέρασες το θάνατο μες σε μια νύχτα
Άσπρισαν τα μαλλιά του και μάκρυναν σαν ποταμός
Τον πήρες και τον άφησες σε κεντημένο λιβάδι από χέρια μάντισσας
Τον κούρασε η γύμνια σου
Δεν είναι μαθημένος να τον μαχαιρώνει η νιότη
Εσύ, θαύμα μου, στραγγίζεις τη ζωή μόνο με μία λέξη:
«Αγάπη μου!», λες
κι ύστερα λυμαίνεσαι την έρημο χωρίς ν’ αφήνεις χνάρια
Τόση διαφάνεια είσαι
……
Και όταν κάποια παραβατικά Πετεινά
δραπετεύουν από τους στίχους σου
τρέχουν τρελά κατά το Άντρο των Ερώτων
κι εκεί κοκκινομάλλα η Κίρκη
πετάει στη λήθη όλα τα μαγικά της σύνεργα
Ξαπλώνει γυμνή σε μιαν αμμουδιά
Στη Σύμη ή στη Βόριανη
Κι έχει στήθη τραγανά σταφύλια
και σφυρά λιγωμένα από φιλήματα
Κι έχει ερωτευμένα φίδια να εξίστανται
κυριευμένα απ’ το βλέμμα της
Κι ανέμους απ’ τον κόλπο της
Να ξεχύνονται στο Μυστήριο
Άκου
Μαΐστροι ριγούν στο μεσιανό κατάρτι.
…..
Του Χάρου εντέλει το βάσανο των ημερομηνιών
Ποτέ του ανθρώπου
Ο άνθρωπος έχει άλλη δουλειά να κάνει
Να δονείται στον εντιμότατο τρόπο
Να ερωτεύεται στον άχραντο τόπο
Να μονάζει στη σιωπή
Να παράγει Αιώνιο μέσα στο Μάταιο
Να γίνεται Θαύμα
Όπως εσύ
….
Τον γέρασες το θάνατο σε μια νύχτα
Ασ’ τον τώρα με τα τεφτέρια του να παίζει, γενναίο μου κοτσύφι
Ανθίζει στον Υμηττό, κοίτα, Αττικό το φως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου